5.2.23

Λατομεία στη Μάνη: Πετρολόοι και πετροφάοι...


Παλαιότερα (προ του 1700) τα λατομεία φαίνεται να τα εκμεταλλευόντουσαν από κοινού οι διάφορες οικογένειες αργότερα όμως οι Νυκλιάνοι και οι Μεγαλογεννήτες διεκδίκησαν δυναμικά το δικαίωμα εξόρυξης και είχαν οριοθετήσει «τα πετροκοπεία» (λατόμες) της κάθεγενιάς χαράζοντας σταυρούς και άλλα χαρακτηριστικά σύμβολα (στέμμα κ.τ..λ.) . Παραβίαση αυτού του όρου ήταν λόγος κήρυξης πολέμου και έναρξης βεντέτας.

Η εξόρυξη γινότανε με πρωτόγονες τεχνικές λόγω απουσίας μέσων παραγωγής, μεταφοράς και εξειδικευμένων ατόμων. Αυτός που επέλεγε (έκανε πετρολόϊσμα) και εξόρυσε τις πέτρες λεγότανε πετρολόος. Αυτός που τις κατεργαζότανε, πετροπελεκητής και πετροφάος.

Ήταν αυτοί που τα χαλίκια και οι βράχοι του τόπου, τους είχαν διδάξει την τέχνη της φύσης να δουλεύει την πέτρα. Για να κοπούν οι όγκοι των μαρμάρων (τάκοι) ακολούθησαν την εξής τακτική. Πριν μεταφερθούν στα «κλειστά» ή «ανοιχτά» εργαστήρια οι τάκοι λαξεύονται με πελεκανιές και μετά ισιώνονται πρώτα με τα χοντρά και μετά με τα ψιλά δόντια της χτενιάς (τύπος σφυριού με πεπλατυσμένα δόντια).


Αν οι τάκοι ήταν από πυρόλιθο τότε τους έτριβαν με πουριά. Μετά την πρώτη επεξεργασία οι τάκοι βάρους μέχρι 300 κιλών μεταφέρονταν από τουςπιο δυνατούς με «στήθιασμα» δηλ. μέχρι το ύψος του στήθους. Αρκετοί ήταν οι εξασκημένοι «στο αναχέρεισμα» των πετρωμάτων. Αρκετοί απ' αυτούς τις σήκωναν και στις πλάτες. Έτσι ανασήκωναν λίγο την ογκώδη πέτρα, έβαζαν από κάτω της «το κατρανακύλι» και αυτό λόγω της κυλινδρικής γεωμετρικής του φόρμας μετακινούσε την πέτρα.





Συχνά για τη μεταφορά των τάκων χρησιμοποιούσαν ζώα εργασίας (μουλάρια, γαϊδούρια), κατόπιν μεταφέρονταν και φορτώνονταν στα καΐκια και ύστερα με τη συνοδεία πετρολόων στον τόπο προορισμού τους. Για κοντινές αποστάσεις απ' το σημείο εξόρυξης (πετρολόϊσμα) μεταφέρονταν με «τα κατρανακύλια» μέχρι του σημείου πελεκανιάς όπου τα πετροπελεκούσαν με διαφόρων μεγεθών «σπύρια» με πίκους, Ήταν ή χτενιές, ζμίλα κ.α.



«Αρχές του αιώνα κάθε χοντροπελεκημένο και κουβαλημένο αγκουνάρι κόστιζε 4,5 δρχ.»

Στην λαογραφική μελέτη του Κυρ. Δ. Κάσση αναφέρεται και η τακτική που ακολουθούσαν οι πετρολόοι για να εξορύξουν πέτρες μεγάλου όγκου. Η τακτική αυτή επιβεβαιώνεται και από παρόμοια «περιγραφή της κυράς μου».

«Όγοιος ήθε να βγάλει μεγάλη πέτρα επάαινε σε Κρέμαση (=απόκρημνο μέρος που το πάνω μέρος του προεξέχει απο εκείνο που είναι ριζίμιο) και άνοιγε τρούπες ένα γύρω στη πέτρα που ήθε να βγάλει. Κάθε μέρα επάαινε κι έρριχνε αναβραστό νερό στι τρούπες μέχρι να ντήνε βράσει καλά. Απέει (μετά) την έκροε με βαϊρειά, την επιχερίζοτα με λοστούς και παραμίνες και την έρριχνε κάτου. Τα "αγκουνάϊρια" τα πελεκούσαν στον τόπο λατόμησης και τα κουβαλούσαν μετά. Αν ήταν πολύ μεγάλα τα κουβαλούσαν «κυλίστακα»(=κυλιστά), αν ήταν μέχρι 300 κιλά τα κουβαλούσαν στην πλάτη για να μη σπάσουν».

Στη λαϊκή τους ποίηση (μοιρολόγια) οι Μανιάτες εξυμνούν τους πετροπελεκητές, πετροφάους και άλλους μύστες της πέτρας και το χάρισμα τους είχε ταυτιστεί με την δύναμη και την ανδροπρέπεια.

Θεοδωρακάκου-Βαρελίδου, Π. (1999). «Λιθανάγλυφα κοσμικών και ταφικών μνημείων της Μάνης περιόδου 1780/1800-1930», Διδακτορική Διατριβή, Ε.Μ.Π., σ. 368.

1) Ε. Παπαγεωργάκη «Τα εις την Μαρμαρικήν Τέχνην χρήσιμα πετρώματα της Ελλάδος», Διατριβή επί υφηγεσία Αθήνα 1966 σ.236.

2) Κυριακούλη Πέτρου Θεοδωρακάκου. «Γενική Γεωλογία», Αθήνα 1970 σ.222.

3) Ιω. Ε. Παπαγεωργάκη, ο.π. σ. 235.

4) Ιω. Ε. Παπαγεωργάκη σ. 237 και Κυρ. Π. Θεοδωρακάκου ο.π. σ.223.

5) Γεωργίου Π. Βαγιακάκου., «Ανάπτυξη του Ν. Λακωνίας». Ανάτυπον εκ των «Λακωνικών Σπουδών» τομ. ΙΑ' (1992) σ.481-522. Θησαύρισμα Αριστείου Πνευματικού εις τον Δίκαιον Β. Βαγιακάκον Αθήνα 1992 σ. 497

6) Κυριάκος Δ. Κάσσης., «Λαογραφία της Μέσα Μάνης» Α' υλική ζωή Αθήνα 1980 σ. 119 και Παν. Στ. Κατσαφάδος., «Τα κάστρα της Μάνης» Αθήνα 1992 σ.34, 208.

7) Γ. Α. Μαραβελέα., «Πραστείο»- Μια αγνοημένη Μικρογραφία του Μυστρά. Αθήνα 1981.

8) Δημ. Δημητράκου-Μεσίσλη, «Οι Νυκλιάνοι», Αρχαίος εκδ. Οίκος Δ. ΔημητράκουΑ.Ε. σ.277.

9) Κυριάκος Δ. Κάσσης, ο.π. σ. 217.

6.11.22

Η τεχνο-επιστήμη και ο ρόλος της


Γνωρίζουμε πολλά, ως νοήμονες και διερευνητικοί, έχοντας το υψηλό χάρισμα της διάνοιας, όμως υπάρχουν πολλά που ακόμα δε γνωρίζουμε και ούτε θα μάθουμε ποτέ. Πρέπει ωστόσο, ως ευφυείς, να βρίσκουμε τρόπους να ενεργούμε συμβατά με το σύστημα, χωρίς να το θίγουμε, εκμεταλλευόμενοι τις λειτουργίες του. 

[του Α. Καπετάνιου*]

Οι τεχνοκράτες στο πρόβλημα βιωσιμότητας του πλανήτη, λόγω της έντονης και ισχυρής δραστηριότητας του ανθρώπου σε αυτόν, ακολουθώντας τις αρχές και τα προτάγματα του παγκόσμιου οικονομικού συστήματος, έχουν (πειστική!) πρόταση: μιλούν για την επιστήμη που βρίσκει λύσεις και προωθεί την ανάπτυξη, μιλούν για καινοτομία και τεχνικές, μιλούν για ορθολογικοποίηση της παραγωγής, μιλούν για νέες ανακαλύψεις και νέες επαναστατικές τεχνικές. Όλα τούτα, συνδυαστικά και σωστά εφαρμοζόμενα, θα φέρουν τη λύση στ’ αδιέξοδα της γης (καλλίτερα, της κατοίκησης στη γη), υποκαθιστώντας την ανάγκη για πόρους με κάτι άλλο ή μειώνοντας την ανάγκη της χρήσης τους με την τεχνική, χωρίς μολοντούτο να μειώνεται η ανάπτυξη, ή κάνοντας πιο αποτελεσματικό το σύστημα παραγωγής. Διαμορφώνεται έτσι ένας «μεσσιανισμός» της επιστήμης και της τεχνολογίας, επαφιόμενοι εμείς, οι «κοινοί θνητοί», οι εφαρμοστές συστημάτων, στις λύσεις της. Η ζωή με την αντιμετώπιση τούτη μετατρέπεται σε δίπλωμα ευρεσιτεχνίας με απώτατο σκοπό το κέρδος.
Οι τεχνικές όμως εξομάλυνσης των επιπτώσεων και περιορισμού των συμπτωμάτων, απαλύνουν απλά την κρίση, χωρίς φυσικά να την εξαλείφουν, αφού αυτή υφίσταται και διαβρώνει το σύστημα της ζωής. Οι εν λόγω «λύσεις» δείχνουν ότι ο άνθρωπος, έχοντας τη λογική του κυρίαρχου στη γη και λειτουργώντας πλήρως ανθρωποκεντρικά, αναπτύσσει στρατηγικές της κυριαρχίας του, δημιουργώντας ένα σύστημα εναλλακτικών λύσεων για την εδραίωσή του, χρησιμοποιώντας γι’ αυτό την επιστήμη, την τεχνική, τη μεθοδολογία και την παραγωγικότητα. Τούτο όμως, που ανέφερε ο Αμερικανός φιλόσοφος του 19ου αιώνα Γουίλιαμ Τζέιμς (William James) πρέπει να έχουμε κατά νου, ότι «η επιστήμη είναι μια σταγόνα, ενώ η άγνοιά μας είναι μια θάλασσα!».
 
Η επιστήμη εν προκειμένω (κατά βάσιν οι κλάδοι των θετικών επιστημών) λειτουργεί ως δεκανίκι της αγοράς, χρησιμοποιουμένη από τη χρηματοπιστωτική οικονομία για την επίτευξη οικονομικού οφέλους (κέρδους). Όμως η κοινωνία δεν ωφελείται από τη συγκεκριμένη πολιτική, αφού η γενική τεχνική εξέλιξη, εφαρμοζομένη για την επίτευξη όσο το δυνατό μεγαλύτερου κέρδους, δεν ανταποκρίνεται στην απαίτηση για κοινωνική και οικονομική ωφελιμότητα. Και τούτο διότι, ενώ το κεφάλαιο αυξάνει τα κέρδη του από την κατάσταση αυτή, οι βασικές κοινωνικές ανάγκες μένουν ανικανοποίητες, αφού, στα πλαίσια των οικονομικών στρατηγικών που εφαρμόζονται για την επίτευξη μεγαλύτερου κέρδους, οργανώνεται τεχνητά η έλλειψη αγαθών και σπαταλούνται φυσικές πηγές κι ανθρώπινη εργασία, κατευθύνοντας, με τις μεθόδους του marketing, την παραγωγή και την κατανάλωση σε συγκεκριμένα προϊόντα, η πώληση των οποίων αποφέρει μεγαλύτερο κέρδος, χωρίς μολοντούτο να λαμβάνεται υπόψη η πραγματική ανάγκη παραγωγής τους. Έτσι, κατορθώνεται από το οικονομικό σύστημα να εκλογικευτεί το παράλογο, δηλαδή η σπατάλη να στέκει μαζί με την έλλειψη και τα δυο να συγκροτούν το σύστημα ζωής του ανθρώπου, υποστηρίζοντας, με την υποβαλλόμενη/επιβαλλόμενη πολιτική, την από κοινού διαγεγραμμένη πορεία τους. Τούτο απαιτεί σπατάλη εργασίας και πόρων, για την ικανοποίηση της διαμορφωμένης έλλειψης, κάτι που, όπως είναι φυσικό, αποβαίνει μοιραίο για τον πλανήτη και για το μέλλον του ανθρώπου στη γη.
 
Από την άποψη της οικολογίας αν δούμε το ζήτημα της χρησιμοποίησης της επιστήμης (αναφερόμαστε στις θετικές επιστήμες) για την επίλυση οικολογικών προβλημάτων του πλανήτη ή για την υποκατάσταση φυσικών πόρων από τεχνητούς, διαπιστώνουμε το αντίνομο της τοιαύτης αντίληψης, να θεωρούμε (να βαυκαλιζόμαστε) δηλαδή ότι μπορούμε να υποκαταστήσουμε μια σειρά πολύπλοκων μηχανισμών φυσικής αυτορρύθμισης, που χρειάστηκαν εκατομμύρια χρόνια για τη δημιουργία και την εξέλιξή τους, από τεχνολογικές μεθόδους, εφαρμογές και προϊόντα. Η δε εξάρτηση του ανθρώπου από την ιδέα τούτη, με τη «θεοποίηση» της επιστήμης κι αντίστοιχα την άφεσή του στα χέρια της, αποτελεί μιαν αυτοκαταστροφική πολιτική, που ήδη τ’ αποτελέσματά της γίνονται φανερά με δραματικό τρόπο ̇ δυστυχώς όμως, όχι ακόμα συνειδητοποιήσιμα! Θα λέγαμε ότι η κοινωνία «δηλητηριάζεται» από τον επιστημονισμό που τη διαποτίζει, δηλαδή από την εξάρτησή της από την πάντα παρούσα και ικανή να δίνει λύσεις επιστήμη, που αποτελεί μιαν ιδεολογία του αδιανόητου που χαρακτηρίζει την κοινωνία μας, σύμφωνα με την οποία, οι επιστήμες αρκούν για όλα.
 
Από την παραπάνω λογική είναι απορριπτέα ή εκδιώχνεται η ηθική, καθόσον βρίσκεται μακριά ή αντίθετα από την προβληματική της αξιακής θεώρησης των ζητημάτων σύμφωνα με την τρέχουσα πραγματικότητα. Και τούτο διότι στις θετικές επιστήμες η έννοια της ηθικής δεν υφίσταται, καθώς γι’ αυτές τα πάντα είναι αήθικα, αφού, κατά τον Αυστριακό φιλόσοφο Λούντβιχ Βιτγκενστάιν (ή Λούντβιχ Βίτγκενσταϊν) (Ludwig Josef Johann Wittgenstein), η επιστήμη βλέπει την ηθική ως αντικείμενο, τ’ οποίο θα μπορούσε να εξηγήσει, όχι όμως να το κρίνει ̇ τούτο είναι δουλειά της φιλοσοφίας. Έχει, υπό αυτή την έννοια πρόβλημα να δικαιολογηθεί η επιστήμη ως προς τις ενέργειές της και να δηλωθεί θετικά, αν είναι αφιλοσόφητη ̇ και γίνεται εκ του λόγου τούτου έωλη και σερνάμενη καταστάσεων κι επιδιώξεων!
 
Διευκρινίζουμε, προς αποφυγή παρεξηγήσεων, ότι η επιστήμη ως ιδέα και ως εφαρμογή κάθε άλλο παρά απορριπτέα είναι, αντιθέτως, απορριπτέος είναι ο επιστημονισμός ως ιδεολογία και ως τρόπος εφαρμογής της επιστήμης. Αρνούμενοι, περαιτέρω, τον τεχνοκρατισμό, που χρησιμοποιεί την επιστήμη για να επιβληθεί κατά την εφαρμογή της ιδεολογίας της τεχνοκρατίας (που πρεσβεύει μιαν υποθετική μορφή διακυβέρνησης στην οποία οι επιστήμονες και άλλοι εμπειρογνώμονες έχουν τον έλεγχο της λήψης αποφάσεων στους αντίστοιχους τομείς τους), δε σημαίνει ότι αρνούμαστε την, πάντα χρήσιμη και αναγκαία, τεχνική. Ο τεχνοκρατισμός είναι ένα σύστημα διακυβέρνησης οπού εκείνοι που έχουν τις γνώσεις, την εμπειρία και τις δεξιότητες συνθέτουν τη δημόσια διοίκηση για την εξυπηρέτηση κατ’ ουσίαν της οικονομίας (προέρχεται από τις ελληνικές λέξεις tekhne, δηλαδή δεξιότητα, και kratos, δηλαδή εξουσία). Διά της ηθικής, που αρνούνται οι παραπάνω ιδεολογίες, καθορίζουμε τον αξιακό τρόπο εφαρμογής της επιστήμης και της τεχνικής, ώστε να μην υποσκάπτουν τον άνθρωπο, οδηγώντας τον, ανύποπτα κι ασυνείδητα, στην κατάρρευση! Όμορφα τούτο το αποδίδει ο ποιητής Κωστής Παλαμάς στην «Ασάλευτη ζωή» ως εξής:
 
«Ιδέα και χέρια μέσα μου, και η Τέχνη κ’ η Επιστήμη να χτίσουν αγωνίζονται τον ίδιο τον ναό...»

Η επιστήμη, κατά την πολιτική του ανθρώπου, ήδη υπόκειται σ’ έναν φαύλο κύκλο ανατροφοδότησης επιτευγμάτων στην κοινωνία μας, για την απεγκλωβισμό της από το οικολογικό της πρόβλημα ̇ έναν κύκλο όμως που συνοδεύεται από διαταραχές, που καθίστανται οδυνηρότερες με την πρόοδο της κατάστασης. Ο άνθρωπος, ως συνειδητός του ρόλου του και της αποστολής του στο φυσικό σύστημα, πρέπει να επιδιώξει ένα συμβιβασμό μεταξύ των αναγκών του, ούτως ώστε να ικανοποιούνται πληρέστερα οι ανάγκες του φυσικού συστήματος, αφού η διατήρησή του είναι απαραίτητη για την ανθρώπινη ύπαρξη. Πρέπει να συνειδητοποιηθούμε σε σχέση με τις πράξεις μας, ν’ αναζητήσουμε τις αξίες μας, να ορίσουμε τα όριά μας εντός των ορίων του συστήματος οπού δραστηριοποιούμαστε, και να καθορίσουμε στέργια και λογικά το μέλλον μας. Γνωρίζουμε πολλά, ως νοήμονες και διερευνητικοί, έχοντας το υψηλό χάρισμα της διάνοιας, όμως υπάρχουν πολλά που ακόμα δε γνωρίζουμε και ούτε θα μάθουμε ποτέ. Πρέπει ωστόσο, ως ευφυείς, να βρίσκουμε τρόπους να ενεργούμε συμβατά με το σύστημα, χωρίς να το θίγουμε, εκμεταλλευόμενοι τις λειτουργίες του. Τούτο αποτελεί τη μεγάλη αποστολή του ανθρώπου, ο οποίος, ως ον με λογική και με βούληση πρέπει να ενεργεί σκεπτόμενος το μέλλον του, που δε νοείται έξω από το σύστημα που τον συντηρεί. Η επιστήμη σε αυτό το κυρίαρχο εγχείρημα έχει ρόλο σημαντικό και τη χρειαζόμαστε...

*από το βιβλίο του “ΦΥΣΙΣ ΕΡΓΟΝ. Νοώντας για τη φύση...”, έκδοση ιδίου, Αθήνα 2017, http://www.bookstation.gr/Product.asp?ID=40885)

25.9.22

Ποιά ήταν η Clemence Serpieri (Κλεμάνς Σερπιέρη) που ζωγράφισε ο Ν. Λύτρας το 1869;

Κλεμάνς Σερπιέρη, Λάδι σε μουσαμά, του Νικηφόρου Λύτρα (1869), Δωρεά στου Ιωάννη Β, Σερπιέρη, άρ. έργου 510. Ενας πίνακας που σίγουρα τραβάει τα βλέμματα και λόγω του μεγέθους του και λόγω της περίοπτης θέσης του στην Εθνική Πινακοθήκη αλλά κυρίως λόγω του προσώπου που προσωπογραφεί.

Η μετάβασή μου σήμερα στην Εθνική Πινακοθήκη, μου επέτρεψε να θαυμάσω το έργο του Νικηφόρου Λύτρα (1832-1904) με την κα Κ. Σερπιέρη,  ένας πίνακας που σίγουρα τραβάει τα βλέμματα και λόγω του μεγέθους του και λόγω της περίοπτης θέσης του στην Πινακοθήκη αλλά κυρίως λόγω του προσώπου στο οποίο αναφέρεται.

Ο πίνακας απεικονίζει  την Κλεμάνς, σύζυγο του Ι. Β. Σερπιέρη, που τον δώρισε στο ελληνικό κράτος. Αλλά ποιος είναι ο φιλότεχνος δωρητής; 

Είναι ο ιδρυτής του νεώτερου Λαυρίου, στον οποίο χρωστάμε την επαναλειτουργεία των μεταλλείων και την εγκαθίδρυση μιας αυτοκρατορίας πολλών δεκαετιών, την οποία πιστώθηκε (ή κατ' άλλους χρεώθηκε) η ελληνική πολιτεία, η επιστήμη και η ιστορία. Σύμφωνα με την "άλλη άποψη" είναι ο  αιματοβαμμένος ιδιοκτήτης των μεταλλείων Λαυρίου και συνέταιρος του Συγγρού.

Για όσους δεν γνωρίζουν, θα μεταφέρω ορισμένες πληροφορίες από το βιβλίο του Γ. Παπασωτηρίου,  "Το ματωμένο θέρος του 1882". 

Ο ιταλικής καταγωγής Ι. Β. Σερπιέρης ήρθε στην Ελλάδα το 1863 και υπέβαλλε αίτηση καμίνευσης των «σκωριών» του Λαυρίου, χωρίς να λάβει ποτέ απάντηση. Κατόπιν τούτου στρέφεται προς τον Γ. Παχύ, ο οποίος είχε λύσει ένα μέρος των γραφειοκρατικών προβλημάτων. Σερπιέρης και Παχύς ιδρύουν το 1864 την πρώτη μεταλλευτική-μεταλλουργική εταιρεία της Λαυρεωτικής με έδρα τη Μασσαλία, την «Roux et CO» με ιδρυτικά μέλη τον Helarion Roux, που ενεργεί για λογαριασμό της τράπεζας Roux Fraissinet… (σ.σ. η τράπεζα ανήκε στην οικογένεια της γυναίκας του Σερπιέρη, Κλεμάνς, την οποία ζωγράφισε ο Νικηφόρος Λύτρας)… Ο Γ. Παχύς με τη σειρά του παντρεύτηκε την Αιμιλία Σκουζέ, της γνωστής φιλοβασιλικής οικογένειας, που κατείχε το «παλατάκι» στο Χαϊδάρι.

Με το βασιλικό διάταγμα 23/8/1867 παραχωρούνται στην συσταθείσα εταιρεία οι εκτάσεις της Καμάριζας και της Συντερίνης και με άλλο βασιλικό διάταγμα της 3/12/1868 επικυρώνεται η παραχώρηση των εκτάσεων. Ουσιαστικά πρόκειται για μία εύνοια του βασιλιά Γεωργίου Α΄ προς την «Εταιρεία», καθώς «Εκατοντάδες ‘’βασιλικά στρέμματα’’ χαρίστηκαν στον Σερπιέρη»[Κ. Μπέης, Ελευθεροτυπία, 9.8.1982]. Κι αυτό κατά την περίοδο που ο βασιλιάς συγκρούεται με την κυβέρνηση, παύοντας την κυβέρνηση Κουμουνδούρου. Αλλά και ο διάδοχος του τελευταίου, Επ. Δεληγιώργης, που εκείνη την εποχή διαδραματίζει βαρύνοντα ρόλο είτε ως πρωθυπουργός είτε ως υπουργός, είναι αντιμοναρχικός. Έτσι, το Λαύριο ως χώρος ανάπτυξης της ξένης επιχειρηματικής δραστηριότητας (και του βασιλιά) θα γίνει το πεδίο σύγκρουσης μοναρχικών και κοινοβουλευτικών(αντιβασιλικών), καθώς οι κυβερνήσεις θα επιδιώξουν να βρουν την εταιρεία να παραβιάζει τη σύμβαση με το Δημόσιο, επειδή τη θεωρούν φιλικά διακείμενη προς το βασιλιά.

Η οριστική λύση επήλθε με το νόμο της 17ης Ιανουαρίου 1877 και τη δημιουργία της Γαλλικής Εταιρείας Μεταλλείων Λαυρίου(Γ.Ε.Μ.Λ.) με τον Συγγρό να κατέχει το 32%, και τους Σερπιέρη και Παχύ το 28%.
Φρέαρ Σερπιέρη στην Καμάριζα
Αγαλμα Σερπιέρη στο κέντρο του Λαυρίου

Οικογενειακός τάφος Σερπιέρη
Η σύγκρουση για το… χρυσάφι του Λαυρίου εξήψε την φαντασία των Ελλήνων «νοικοκυραίων» της εποχής, δημιουργώντας την περίφημη «μεταλλομανία». Χρηματιστήριο, βέβαια, δεν υπήρχε ακόμη στην Ελλάδα, αλλά αντ’ αυτού λειτουργούσε το καφενείο «Η ωραία Ελλάς» (γωνία Ερμού και Αιόλου). Εκεί οι μικρομεσαίοι της εποχής επένδυσαν στις φήμες για το χρυσάφι που «έρρεε σαν ποτάμι» κάτω από το Λαύριο και σκόπιμα διέδωσαν οι άνθρωποι του Συγγρού. Όλοι έχασαν τα χρήματά τους, εκτός από αυτούς που ήταν στο μεγάλο κόλπο, ήτοι τους Συγγρό, Σερπιέρη, Παχύ, Στεφάνοβικ, Ροδοκανάκη, Σίνα, Ράλλη. Η πρώτη χρηματιστηριακή «απάτη» στην Ελλάδα ήταν γεγονός.

Εκτός από την καταλήστευση των μικρομεσαίων «νοικοκυριών», εκείνοι που κυριολεκτικά πλήρωναν με τη ζωή τους τα μεγαλεία και τα μεταλλεία των Συγγρού-Σερπιέρι-Παχύ ήταν οι εργάτες, που εργάζονταν σε βάθος 182 μέτρων. 1.800 εργάτες δούλευαν στα ορυχεία Λαυρίου σε εφιαλτικές συνθήκες. Στη μεγάλη απεργία της 8ης Απριλίου 1896 οι εργάτες βγήκαν στην επιφάνεια ζητώντας αύξηση του μεροκάματου και βελτίωση των συνθηκών εργασίας και διαβίωσης. Σε επίσημη έκθεση αναφερόταν πως μόνο το 1892 υπήρξαν 36 θανατηφόρα δυστυχήματα (Γεώργιος Αναστασόπουλος, ό.π., τ. Β΄ σ. 695). Δηλαδή έχαναν τη ζωή τους τρεις εργάτες κάθε μήνα. Όπως γράφει ο Γιάννης Κορδάτος (ό.π., σ. 35), η εταιρία «είχε φτιάσει το δεύτερο πάτωμα της Καμάριζας πλάι στη μηχανή, μια μαρμαρένια κάμαρα, κι εκεί κρύβονταν τα πτώματα των σκοτωμένων από τα φουρνέλα και τα βουλιμέντα. Τη νύχτα ο καροτσέρης Κάλιος Μάνθος, από τους σπιτικούς του Σερπιέρη, μαζί με άλλους πιστούς της Εταιρείας βγάζανε κρυφά τα πτώματα και τα πήγαιναν και τα παράχωναν στα πεύκα του Άη Κωνσταντίνου».

Η εταιρεία αρνήθηκε να συναντήσει την απεργιακή επιτροπή. Οι φύλακες ανοίγουν πυρ κατά των μελών της επιτροπής και σκοτώνουν δύο εργάτες(τους Καραφλιά και Βασιλακόπουλο). Οι απεργοί εξοργίζονται και με πέτρες, ξύλα και μεταλλεύματα επιτίθενται στους φύλακες, ανατινάζουν τις αποθήκες και τα γραφεία, και αφοπλίζουν τους χωροφύλακες. Ο Σερπιέρης και «οι μηχανικοί Ραμπού και Σπανζεράλ, καθ’ ων υπήρχε μήνις, ετράπησαν εις φυγήν, μεταφιεσθέντες…», γράφει η «Εφημερίς».

Αυτά τα ολίγα.


Θέση του Clemence Mine, Kamariza Mines (Kamareza Mines) στον ευρύτερο χώρο του Λαυρίου


Βέβαια, οι παραπάνω επικριτές θα ηταν πιο λάβροι αν γνώριζαν ότι η Κλεμάνς δεν είχε μόνο πίνακα, αλλά είχε στο όνομά της και δικό της Μεταλλείο, όπως είχε και ο Ζαν Μπατίστ και όλη η οικογένεια (Χριστιάνα, Ζαν Μπατίστ, Ιλάριον - km3, Σερπιέρι, Κλεμένσ κ.α.).

Ακριβής θέση του Clemence Mine, Kamariza Mines (Kamareza Mines) στον Αγ. Κωνσταντίνο, Καμάριζα, Λαύριο








Μέγαρο Σερπιέρη: από τα σημαντικότερα νεοκλασικά του κέντρου της Αθήνας: https://www.oryktosploutos.net/2018/03/blog-post_12-10/

27.8.22

Η προέλευση της λέξης Καινοτομία!


Οι ρίζες της λέξης "καινοτομία" βρίσκονται στο αρχαίο Λαύριο. Οι αρχαίοι Αθηναίοι ανακάλυψαν τον 5ο Αιώνα π.Χ. σημαντικές πηγές αργύρου στην περιοχή του Λαυρίου. Ο σημαντικός πλούτος που προσέφεραν οι εξορύξεις στα μεταλλεία του Λαυρίου εκτιμήθηκε ιδιαίτερα από τους κατοίκους της Αθηναϊκής Δημοκρατίας. Τέτοιο αντίκτυπο είχε στη σκέψη τους το γεγονός αυτό ώστε η έννοια της καινούργιας τομής (καινό - τομώ) στη γη (άνοιγμα νέου ορυχείου) για την ανεύρεση ορυκτού πλούτου συνδέθηκε με έννοιες προερχόμενες από διαφορετικά πεδία της ανθρώπινης δραστηριότητας που ωστόσο δύναται να φέρουν την προσδοκία της εξέλιξης.

Στο πολύ ενδιαφέρον άρθρο του κ. Α. Αττάλογλου "Καινοτομία, μια έννοια που πρέπει να αγκαλιάσουν οι Έλληνες ξανά" διαβάζουμε:

Η καινοτομία αποτελεί το Άγιο Δισκοπότηρο της σύγχρονης εποχής μας. Αν και η έννοια της «καινοτομίας» φαντάζει να αποτελεί καρπό της τωρινής τεχνολογικής προόδου, εντούτοις αποτελεί μια πολύ παλιά συνταγή κοινωνικής και οικονομικής επιτυχίας που, όπως και πολλές άλλες έννοιες, έχει τις ρίζες της στην Ελλάδα.


Τα πράγματα έχουν ως εξής. Οι αρχαίοι Αθηναίοι ανακάλυψαν τον 5ο Αιώνα π.Χ. σημαντικές πηγές αργύρου στην περιοχή του Λαυρίου. Ο σημαντικός πλούτος που προσέφεραν οι εξορύξεις στα μεταλλεία του Λαυρίου εκτιμήθηκε ιδιαίτερα από τους κατοίκους της Αθηναϊκής Δημοκρατίας. Τέτοιο αντίκτυπο είχε στη σκέψη τους το γεγονός αυτό ώστε η έννοια της καινούργιας τομής (καινό - τομώ) στη γη (άνοιγμα νέου ορυχείου) για την ανεύρεση ορυκτού πλούτου συνδέθηκε με έννοιες προερχόμενες από διαφορετικά πεδία της ανθρώπινης δραστηριότητας που ωστόσο δύναται να φέρουν την προσδοκία της εξέλιξης.


Οι ρίζες της εξέλιξης της χρήσης της λέξης «καινοτομίας» μπορούν να αναζητηθούν ήδη σε έγγραφα του Αριστοτέλη του 4ου αιώνα π.Χ. (Πολιτ. 1265a.10-12: «τὸ μὲν οὖν περιττὸν ἔχουσι πάντες οἱ τοῦ Σωκράτους λόγοι καὶ τὸ κομψὸν καὶ τὸ καινοτόμον καὶ τὸ ζητητικόν») αλλά και παλαιότερα τον 5ο αιώνα π.Χ (Πλατ. Νομ. 792b.8-c.2: «αλλά το τι νέον αεί καινοτομούντα και εισφέροντα των ειωθότων έτερον») όπου η λέξη καινοτομία δηλώνει πλέον τη δύναμη της εισφοράς στα κοινά της εφεύρεσης και της κοινωνικής μεταρρύθμισης. Βλέπουμε δηλαδή ότι όπως η προσπάθεια για το άνοιγμα ενός νέου ορυχείου μπορεί να ανταμείψει την πολιτεία με μια πηγή αμύθητου πλούτου και δύναμης, αλλάζοντας ριζικά τους όρους διαβίωσης των μελών της κοινωνίας, κατά τον ίδιο τρόπο οι Αρχαίοι Έλληνες εκτίμησαν ότι όχι μόνο μια νέα εφεύρεση (εξέλιξη που περιορίζεται στον τεχνικό τομέα ) αλλά ακόμα και μια νέα μεταρρύθμιση δύναται να βελτιώσει σε ριζικό βαθμό τον τρόπο σκέψης και οργάνωσης.


Είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον το γεγονός ότι την περίοδο του 5ου - 4ου αιώνα π.Χ. συναντάμε μια πραγματική άνθιση καινοτομιών που προσέφεραν στις αρχαίες ελληνικές πολιτείες τη δυνατότητα να επιτύχουν μεγάλες τεχνικές εφευρέσεις αλλά και πρωτοφανείς επιτυχίες στις θεωρητικές και θετικές επιστήμες. Οι εφευρέσεις άλλοτε υπό την πίεση του στρατιωτικού ανταγωνισμού και άλλοτε υπό την ανάγκη για βελτίωση των όρων διαβίωσης και λειτουργίας (για παράδειγμα την αξιοποίηση υδάτινων πόρων για την καλύτερη επεξεργασία του αργυρού) δημιούργησαν μια αλληλουχία αλληλοτροφοδοτούμενων εξελίξεων που βοήθησαν στην εν συνόλω ανάπτυξη των αρχαίων ελληνικών πόλεων (με κύριο εκπρόσωπο την Αθήνα) και όχι μόνο στην ανάπτυξη ενός τομέα ή μιας κοινωνικής τάξης.


Η θετική επίδραση της καινοτομίας όχι μόνο άγγιξε αλλά και μετέβαλε δραστικά το δημόσιο βίο κατά τρόπο δυναμικό, καθ' όσον κάθε μία καινοτομία δημιουργούσε τις προϋποθέσεις για τη γένεση καινοτομιών σε διαφορετικά πεδία ανθρώπινης δραστηριότητας και σκέψης (για παράδειγμα η συσχέτιση των τεχνικών εξελίξεων με τη φιλοσοφική, την επιστημονική και εντέλει την πολιτική σκέψη). Ως εκ τούτου μπορεί να εξαχθεί μια αρχική εκτίμηση, ότι αφού η κοινωνία αποτελεί ένα αλληλένδετο και αλληλεξαρτώμενο μείγμα αλληλεπιδρώντων κοινωνικών ομάδων, η καινοτόμος δραστηριοποίηση μίας εξ αυτών (για παράδειγμα μιας υποομάδας επιχειρηματιών) θα επιδράσει με κάποιο τρόπο στο σύνολο του δημόσιου οικονομικού, υλικού, ιδεολογικού, φιλοσοφικού και αξιακού συστήματος. Κοινώς η ιδιωτική καινοτομική πρωτοβουλία θα δημιουργήσει δημόσια αξία. Κατ' αυτόν τον τρόπο είναι προς το συμφέρον της κοινωνίας η δημιουργία ενός περιβάλλοντος που συνδράμει στην ωρίμανση καινοτόμων δραστηριοτήτων.



4.8.22

Λᾶας, Lapis, λατομείο, πέτρα , πύργος, πολεμόπυργος, Μάνη!

 

Λας λοιπόν σημαίνει πέτρα. Στη Μάνη η πέτρα λέγεται λαλούδα.


Στη δωρική γλώσσα η λέξη "λᾶας" σημαίνει λίθος. Η λέξη Lapis στα λατινικά είναι δάνεια λέξη από τα ελληνικά, όπως και η σύνθετη λέξη ¨λατομείο". Λας λοιπόν σημαίνει πέτρα. Στη Μάνη η πέτρα λέγεται λαλούδα.

Ο Λας ή Λᾶας ή η Λα ήταν ακμάζουσα πόλη από τους προϊστορικούς μεχρι τους βυζαντινούς χρόνους, με αποκορύφωμα την δημιουργικότερη περίοδο του Κοινού των Ελευθερωλακώνων. Η πόλη Λας αναφέρεται από τον Ομηρο, τον Θουκυδίδη και τον Στράβωνα.

Ο περιηγητής Παυσανίας μετά το Γύθειο προς την Αρεόπολη, φθάνει στη Λάα, την οποία ορίζει σαφώς "Τα δε εν δεξιά Γυθείου, Λας εστί" . Η μυθολογία λέγει ότι την πόλη ίδρυσαν άνθρωποι γεννημένοι απο τους λίθους, που έρριχναν ο Δευκαλίων και η Πύρρα μετά τον ομώνυμο κατακλυσμό.

Πέτρα πιάνουν όταν γεννηθείς,
σε ριζωμιά πατάει ή και κάθεται η νύφη
 όταν πρωτομπαίνει στo σπίτι,
σε πέτρα ριζωμιά χτίζεις τα θεμέλια του σπιτιού
και τέλος πέτρα θα σκεπάσει το μνήμα σου.. 


Η οικοδόμηση του οικογενειακού πύργου, του πύργου της
πατριάς, ήταν ο απώτερος στόχος της ζωής του Μανιάτη, ο οποίος
έχει συνυφασμένη τη ζωή του με την αγέρωχη κορμοστασιά του 
πύργου του και την ιστορική διαδρομή των προπατόρων του!

Στη Μάνη, εκείνο που ευδοκιμεί είναι η πέτρα. Πέτρα πιάνουν όταν γεννηθείς, σε ριζωμιά πατάει ή και κάθεται η νύφη όταν πρωτομπαίνει στo σπίτι, σε πέτρα ριζωμιά χτίζεις τα θεμέλια του σπιτιού και τέλος πέτρα θα σκεπάσει το μνήμα σου.. 


Ολα τα κύρια γεγονότα της ζωής του Μανιάτη, δένονται απο την πέτρα.


Στην Μάνη, στον τόπο της πέτρας, η πέτρα έγινε πύργος, σύμβολο δύναμης και status.. 


Οι πύργοι, πάνω από 800 τον αριθμό, με την ανεξάρτητη μανιάτικη αρχιτεκτονική είναι καμωμένοι από ασβεστολιθικά υλικά της περιοχής απολύτως ενερμονισμένοι με το φυσικό περιβάλλον..

Από τον 18ο αι. και μετά έχουν εξαιρετική δόμηση και στέρεη αρχιτεκτονική με πέτρινα πολυώροφα κτίσματα, αυστηρών γραμμών τοιχοποιίας με λίγα μικρά παράθυρα. Στην αρχική του εμφάνιση ο πύργος ήταν βίγλα-παρατηρητήριο του οικογενειακού οικισμού και δεν κατοικούνταν.  

Οι πολεμόπυργοι, χτίζονταν από αιχμηρές τεφρές πέτρες με ντουφεκότρουπες (πολεμίστρες), με ζεματίστρες* και βέβαια με την εμβληματική αγέρωχη κορμοστασιά τους.


*οι ζεματίστρες ήταν πάνω από την κεντρική είσοδο για να πετούν καυτό νερό ή λάδι στους εχθρούς. Επίσης στις γωνίες των πυργων για να εμποδίζουν τους εισβολείς να προσβάλουν τους πύργους