15.10.13

Ισχυρή και ασθενής βιωσιμότητα. Παραδείγματα και Προβληματισμοί.

[του Πέτρου Τζεφέρη] [by Tzeferis Petros]

Η βιώσιμη ανάπτυξη αποτελεί το κορυφαίο ζητούμενο του  αιώνα μας. Σύμφωνα με τον πιο γνωστό ορισμό της (έκθεση "Brundtland") αναφέρεται στην ανάπτυξη εκείνη "η οποία είναι σύμφωνη με τις ανάγκες της παρούσης γενεάς αλλά δεν  διακινδυνεύει τις ευκαιρίες να ικανοποιηθούν επίσης οι ανάγκες της επόμενης γενεάς". Με τον ορισμό αυτό δίνεται στην έννοια και ένας χαρακτήρας πλανητικός, κάτι που αυτόματα δυσχεραίνει σε μεγάλο βαθμό την προσπάθεια ένταξής της σε συγκεκριμένους στόχους αλλά και κανόνες για την υλοποίησή της.

Η προσέγγιση της ΕΕ για τη βιώσιμη ανάπτυξη είναι η λεγόμενη «προσέγγιση των τριών πυλώνων» (οικονομική αποτελεσματικότητα, περιβαλλοντική προστασία, κοινωνική δικαιοσύνη), η οποία προϋποθέτει την ενσωμάτωση των οικονομικών, κοινωνικών και περιβαλλοντικών πολιτικών. Η ανάπτυξη μπορεί να θεωρηθεί βιώσιμη εάν και μόνο αν το παραγόμενο αποτέλεσμα από τη χρήση του συνολικού αποθέματος του κεφαλαίου (φυσικού και ανθρωπογενούς), δηλαδή η «ευημερία», παραμένει σταθερό ή αυξάνεται με την πάροδο του χρόνου (GHK, 2002).

Αν η  έννοια της βιώσιμης ανάπτυξης εξεταστεί με βάση τη διατήρηση του αποθέματος φυσικού κεφαλαίου, το απόθεμα αυτό -κατά μία άποψη -δεν πρέπει να αποδίδεται φθίνον με την πάροδο του χρόνου. Η υπόθεση όμως πως το απόθεμα του φυσικού κεφαλαίου πρέπει οπωσδήποτε να διατηρείται σταθερό είναι «άκαμπτη» και σε πολλές περιπτώσεις μη ρεαλιστική. Η υπόθεση αυτή ισχύει περισσότερο στην περίπτωση των ανανεώσιμων φυσικών πόρων (θεωρητικά πάντα) και λιγότερο ή καθόλου στην περίπτωση των μη ανανεώσιμων φυσικών πόρων. Οι έννοιες της ισχυρής βιωσιμότητας (strong sustainability) και της ασθενούς βιωσιμότητας (weak sustainability) έχουν εισαχθεί ακριβώς για την διαφοροποίηση μεταξύ των δύο αυτών περιπτώσεων (European Commission Secretariat General, 2004).

Η ισχυρή βιωσιμότητα δεν επιτρέπει την  υποκατάσταση ανάμεσα σε διαφορετικούς τύπους κεφαλαίου, θεωρώντας ότι υφίστανται στοιχεία του αποθέματος σε φυσικό κεφάλαιο τα οποία δεν δύνανται  να υποκατασταθούν από αντίστοιχης αξίας ανθρωπογενές κεφάλαιο (παρά μόνο σε πολύ περιορισμένη βάση). Σύμφωνα με την θεωρία αυτή, υπάρχουν λειτουργίες και  υπηρεσίες των οικοσυστημάτων οι οποίες είναι ζωτικές για την ανθρώπινη επιβίωση, είναι υπηρεσίες υποστήριξης της ζωής και συνεπώς δεν μπορούν να υποκατασταθούν.

Η ασθενής βιωσιμότητα επιτρέπει την  υποκατάσταση ανάμεσα σε διαφορετικούς τύπους κεφαλαίου είτε φυσικού είτε ανθρωπογενούς, θεωρώντας ότι δεν απαιτείται για το περιβάλλον  μία ειδικότερη μεταχείριση. Το περιβάλλον, σύμφωνα με την θεωρία αυτή, είναι απλά ένα άλλο είδος κεφαλαίου.

Σύμφωνα με την ασθενή βιωσιμότητα, η ανάπτυξη μπορεί να θεωρηθεί βιώσιμη αν και εφόσον το συνολικό απόθεμα κεφαλαίου παραμένει σταθερό και συνεπώς το κεφάλαιο που μεταβιβάζεται είναι όχι λιγότερο από αυτό που υφίσταται σήμερα. Αυτός  είναι ο σταθερός κεφαλαιακός κανόνας της ασθενούς βιωσιμότητας, οποία βασίζεται στην τέλεια υποκαταστασιμότητα ανάμεσα στις διαφορετικές μορφές του κεφαλαίου.

Βάσει των ανωτέρω προέκυψαν τέσσερις προσεγγίσεις της βιώσιμης ανάπτυξης (Turner et al, 1994):
  • Η πολύ ισχυρή βιωσιμότητα σύμφωνα με την οποία δεν επιτρέπεται η υποκαταστασιμότητα μεταξύ των διαφορετικών μορφών κεφαλαίου,
  • Η ισχυρή βιωσιμότητα σύμφωνα με την οποία επιτρέπεται η εν μέρει υποκαταστασιμότητα μεταξύ των κεφαλαίων,
  • Η ασθενής βιωσιμότητα σύμφωνα με την οποία επιτρέπεται η υποκαταστασιμότητα των κεφαλαίων μέχρι ορισμένων -μη εύκολα προσδιορίσιμων- ορίων,
  • Η πολύ ασθενής βιωσιμότητα σύμφωνα με την οποία επιτρέπεται η πλήρης υποκαταστασιμότητα των κεφαλαίων (GHK, 2002).
Πολλοί επιστήμονες δεν δέχονται την έννοια στης ασθενούς βιωσιμότητας, θεωρώντας ότι δεν μπορεί να γίνει υποκατάσταση του εδάφους, του νερού, της βιοποικιλότητας και γενικότερα του οικοσυστήματος από αντίστοιχο ανθρωπογενές κεφάλαιο και προτείνουν «ένα πιο μικρής κλίμακας αποκεντρωμένο τρόπο ζωής που βασίζεται σε όσο το δυνατόν μεγαλύτερη αυτοδυναμία, έτσι ώστε να δημιουργηθεί ένα κοινωνικό και οικονομικό σύστημα λιγότερο καταστροφικό προς τη φύση ".

Ας δούμε δύο παραδείγματα ασθενούς βιωσιμότητας στην πράξη ώστε να γίνουν κατανοητά τα παραπάνω αλλά και οι προβληματισμοί που τίθενται:
  • Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα εφαρμογής της ασθενούς βιωσιμότητας είναι το Ταμείο Συντάξεων της κυβέρνησης της Νορβηγίας (Norway Government Pension Fund) . H Statoil ASA , μια κρατική νορβηγική πετρελαϊκή εταιρεία, επένδυσε τα πλεονάζοντα κέρδη της από το πετρέλαιο σε ένα χαρτοφυλάκιο συνταξιοδότησης (pension portfolio) που σήμερα αξίζει πάνω από 325 δισ. δολάρια . Το πετρέλαιο, ένα είδος φυσικού κεφαλαίου μη ανανεώσιμο, "υποκαθίσταται" σταδιακά από ένα Ταμείο του οποίου το οικονομικό κεφάλαιο αποτελεί το μακροχρόνιο αντάλλαγμα για ένα πεπερασμένο πόρο. Μάλιστα είναι τόσο ισχυρό το οικονομικό αντάλλαγμα που σύμφωνα με τους ερευνητές η αύξηση του συνολικού διαθέσιμου αποθέματος είναι επαρκής για την αντιστάθμιση ακόμη και της εξάντλησης των πόρων του πετρελαίου για τη συγκεκριμένη χώρα.
  • Εντούτοις, τα πράγματα δεν είναι πάντοτε εξίσου θετικά. To μικρό κρατίδιο του Nauru στον ειρηνικό (παλιότερα γνωστό και ως "Νησί της Χαράς"), βορειοανατολικά της Αυστραλίας, είναι πασίγνωστο για τα φωσφορικά του αποθέματα των οποίων η εκμετάλλευση ξεκίνησε από το 1900. Μετά λοιπόν από 100 χρόνια εξόρυξης κι ενώ η βιομηχανία φωσφόρου είχε καταστήσει τους κατοίκους του Ναουρού για μεγάλο χρονικό διάστημα ως έναν από τους πλουσιότερους λαούς του κόσμου (υψηλότερο κατά κεφαλήν ΑΕΠ στον κόσμο), τα πράγματα άλλαξαν. Η εξάντληση των αποθεμάτων φωσφάτων, που αποτελούσαν το μοναδικό εξαγώγιμο προϊόν της χώρας, και η κακή διαχείριση του οικονομικού κεφαλαίου που είχε προκύψει (το ειδικό ταμείο με πάνω από 1 δισ. δολάρια εξαφανίστηκε!) οδήγησαν την νησιωτική δημοκρατία του Ναουρού στο χείλος της καταστροφής. Την ίδια στιγμή περίπου το 80 % του νησιού έχει καταστεί ακατοίκητο, ενώ είναι απαραίτητη η οικονομική ενίσχυση από την κυβέρνηση της Αυστραλίας. Η περίπτωση αυτή παρουσιάζει ένα εύγλωττο επιχείρημα των πολέμιων της ασθενούς βιωσιμότητας , σύμφωνα με το οποίο η αντικατάσταση του φυσικού κεφαλαίου από οικονομικό κεφάλαιο, δεν μπορεί να είναι αναστρέψιμη διαδικασία σε μακροπρόθεσμο επίπεδο.
Στο τόπο μας, το Γυαλί είναι ένα προικισμένο ηφαιστειακό νησάκι με ορυκτούς πόρους και κυρίως την ελαφρόπετρα και τον περλίτη. Μπορεί το Γυαλί να είναι σήμερα ακατοίκητο (κατοικείται μόνο από λίγους εργαζομένους στην εξόρυξη), εντούτοις, από τα μισθώματα που πληρώνουν οι εξορυκτικές εταιρείες, ο δήμος Νισύρου (τέως δήμου Μανδρακίου) στον οποίο ανήκει το Γυαλί,  επί δεκαετίες μέχρι και λίγο πριν την οικονομική κρίση, είχε έσοδα που, αν κάνει κάποιος την αναλογία σε κεφαλήν εισόδημα, αυτό ξεπερνούσε κατά πολύ τον μέσο όρο της ΕΕ. Μάλλον οι τοπικοί άρχοντες της Νισύρου και της Δωδεκαννήσου, θα πρέπει να μελετήσουν καλά την υπόθεση Nauru...
Σημείωση : Η οποιαδήποτε χρήση των στοιχείων που δημοσιεύονται  αλλά και γενικότερα η όποια αναδημοσίευση υπόκειται στην εφαρμογή των όρων χρήσης της ιστοσελίδας.

0 comments:

Δημοσίευση σχολίου

Προσβλέπω σε έναν ευπρεπή διάλογο χωρίς κακόβουλα και υβριστικά σχόλια που προσβάλλουν την αισθητική μας αλλά κι εκείνη της ελληνικής γλώσσας. Εντούτοις, όλα τα σχόλια δημοσιεύονται!