16.8.17

ΟΙΚΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΔΑΣΙΚΕΣ ΠΥΡΚΑΓΙΕΣ



Του Αντώνιου Β. Καπετάνιου, Δασολόγου-Περιβαλλοντολόγου
(με αφορμή την καταστροφική πυρκαγιά του Αυγούστου του 2009 στην Ανατολική Αττική)

Το «αυστηρό» (!) Σύνταγμα του 1975 (στο άρθρο 24) απαγόρεψε τη μεταβολή του προορισμού των δασών και των δασικών εκτάσεων της χώρας, με εξαίρεση τις περιπτώσεις που κάτι τέτοιο επιβάλλεται για λόγους δημοσίου συμφέροντος (οι οποίοι λόγοι –κατά τη συνταγματική επιταγή– προσδιορίζονται στη δασική νομοθεσία). Στους λόγους αυτούς δεν εντάσσεται οπωσδήποτε η οικοπεδοποίηση και δόμηση των δασών, καθώς κάτι τέτοιο ρητά απαγορεύθηκε με τη συγκεκριμένη συνταγματική διάταξη. Μάλιστα, το Συμβούλιο της Επικρατείας έκρινε ότι, ούτε ως χώροι πρασίνου μπορούν να ενταχθούν σε σχέδια πόλεων δάση ή δασικές εκτάσεις –δηλαδή επιβάλλεται να διαχειρίζονται και να προστατεύονται ως φυσικά αγαθά, τα οποία πρέπει ν’ απολαμβάνονται από τον κάθε Έλληνα πολίτη (ακόμη κι αν είναι ιδιωτικά), χωρίς να δύνανται να υπαχθούν σε χρήσεις επιβαλλόμενες από τον πολεοδομικό σχεδιασμό. Σύμφωνα δε με την παράγραφο 3 άρθρου 5 του δασικού νόμου 998/1979, η άσκηση αρμοδιοτήτων άλλων υπηρεσιών δεν μπορεί να ενεργείται θίγοντα τα, υπό τη διαχείριση ή την επίβλεψη του αρμοδίου Υπουργού, δάση και δασικές εκτάσεις.

Η παραπάνω απαίτηση είχε σκοπό να δείξει πολύ γενικά το πλαίσιο των αρχών και κανόνων αυστηρής προστασίας των δασών και των δασικών εκτάσεων της χώρας, όπως αυτή προκύπτει από το Σύνταγμα και τη δασική νομοθεσία, αποσκοπώντας να καταδειχθεί τούτο: ότι τα δάση και οι δασικές εκτάσεις δεν οικοπεδοποιούνται, ούτε οικοδομούνται, και ότι η μόνη δημόσια Αρχή για τη διαχείριση και την προστασία τους, είναι η Δασική.

Στην πράξη όμως, όπως παγκοίνως είναι γνωστό, τα πράματα είναι διαφορετικά. Τα δάση και οι δασικές εκτάσεις μετατρέπονται σε οικόπεδα και στήνονται σε αυτά οικίες, και τελικά επέρχεται, με το πλήρωμα του χρόνου, η επικύρωση και η νομιμοποίηση της ασύμβατης τούτης κατάστασης με διατάξεις νόμων, που ρυθμίζουν την ανωμαλία! (είναι γνωστές οι περιπτώσεις που κατά καιρούς απασχόλησαν τη Διοίκηση και την κοινωνία, και δεν απαιτείται ν’ αναφερθούν σ’ ένα κείμενο ανάλυσης, που δεν έχει ύφος καταγγελτικό). Τούτη όμως η κατάσταση, που –εμμέσως πλην σαφώς– συνιστά την παθογένεια και κακοπάθεια της ελληνικής κοινωνίας, οδηγεί στον εκφυλισμό και την αποσύνθεσή της! Χωρίς ποιότητα και χωρίς προσανατολισμό η κοινωνία, χωρίς να διαφυλάττει τις αρχές και τις αξίες της, είναι έρμη των παθών της, καταδικασμένη στον αργό βασανιστικό θάνατο της φθοράς κι εντέλει του μηδενισμού της -που, ω τι τραγωδία, λογίζεται ως ανάπτυξη!

Η δόμηση στις δασικού χαρακτήρα εκτάσεις, όπως προείπαμε, απαγορεύεται −μέγα δε ζήτημα υφίσταται με την προστασία των δημοσίων χορτολιβαδικών εκτάσεων, που κατά βάσιν αγνοούνται! Κάθε επιχειρούμενη αλλοίωση της μορφής των παραπάνω εκτάσεων (με εκχέρσωση ή φωτιά), για να μπορούν στη συνέχεια ν’ αλλάξουν χρήση, συνιστά ενέργεια αυθαίρετη που (κανονικά) τιμωρείται. Η κήρυξη όμως της έκτασης ως αναδασωτέας, ως μέτρο άμεσης κι απόλυτης προστασίας της, την κατοχυρώνει; Η εξέλιξη των πραγμάτων σε πολλές περιπτώσεις μετά τη φωτιά, δείχνει πως όχι! Η διαμόρφωση τετελεσμένων καταστάσεων (με τη δημιουργία οικιών, οικισμών, κτημάτων, οικοπέδων κ.ά.), δημιουργεί προσδοκίες «τακτοποίησης» στο μέλλον και διαμορφώνει στη συνείδηση των καταπατητών (και του κόσμου γενικότερα) την εικόνα του μόνιμου, του βέβαιου και μη δυνάμενου ν’ αλλάξει γεγονότος, συνεπώς του μελλοντικά τακτοποιήσιμου. Σε τούτο προσβλέπουν οι εμπρηστές και οι καταπατητές των δασών και δασικών εκτάσεων με τις ενέργειές τους.

Κανονικά, καμία άλλη νομοθεσία δε μπορεί να υποκαταστήσει τη δασική στη διαχείριση και προστασία του δασικού χώρου, ούτε να εισάγει ρυθμίσεις «τακτοποίησης» σε αυτόν (σχετική η διάταξη της δασικής νομοθεσίας που αναφέρθηκε στην παρούσα εισαγωγή). Υπήρξαν μάλιστα περιπτώσεις που όταν κάτι τέτοιο επιχειρήθηκε, κρίθηκαν ως ανίσχυρες και ακυρώθηκαν οι σχετικές πράξεις από το ΣτΕ (ακυρώθηκαν άδειες δόμησης, ακυρώθηκαν αποφάσεις πολοεδόμησης περιοχών κ.ά.) Όμως, παρόλα αυτά, βλέπουμε τη δόμηση να επελαύνει στα δάση και τις δασικές εκτάσεις της χώρας, με κύρωση σχεδίων, με άδειες δόμησης, με «νόμιμες» παροχές νερού και ρεύματος… Και η πολιτεία, ψηφίζοντας νόμους νομιμοποίησης των παρανομιών (διατάξεις “κρυφές”, που δεν “υποψιάζουν”), να τακτοποιεί το έκνομο γεγονός!

Με την πριν από το Σύνταγμα του 1975 κατάσταση, δινόταν η δυνατότητα στους Οικοδομικούς Συνεταιρισμούς να οικοδομήσουν σε δάση και δασικές εκτάσεις, με άδεια του Υπουργού Γεωργίας (βέβαια, προπολεμικά αποδόθηκαν πολλές δασικού χαρακτήρα εκτάσεις για οικιστική-γεωργική-κτηνοτροφική αποκατάσταση αστέγων, ακτημόνων κ.λπ., καθώς και προσφύγων του ’22). Αυτοί οι οικισμοί, που δημιουργήθηκαν σε μεσογειακά οικοσυστήματα, «φιλικά» στη φωτιά, (κυρίως σε πευκοδάση) απέτυχαν κατά το πλείστον στην αποστολή τους, να οικίσουν αξιοπρεπώς!, αφού οι οικιστές τους έπρεπε «να ζουν επικινδύνως», με την απειλή της φωτιάς. Πολλά δε από τα οικοσυστήματα αυτά κάηκαν (ή καίγονται), λόγω του εύφλεκτου χαρακτήρα τους. Η επιδίωξη συνεπώς, της δημιουργίας «υγιεινών, ποιοτικών οικισμών» σε μεσογειακά οικοσυστήματα δεν επιτεύχθηκε, αφού τα δάση αυτά, ως έχοντα προορισμό να καίγονται και ν’ αναγεννιόνται (στα πλαίσια της φυσικής οικολογικής τους διαχείρισης), ακολούθησαν ότι η φύση τους επέβαλλε. Το αίτιο της φωτιάς (το κάψιμο των κλαδιών στην αυλή του σπιτιού, το μπάρμπεκιου, ο σπινθήρας, το αναμμένο τσιγάρο, ο κεραυνός κ.ά.) ήταν αυτό περίμενε το ώριμο πευκοδάσος για την εκκίνηση του μηχανισμού φυσικής διαχείρισής του, αφού τούτο ξέρει: να καίγεται και ν’ αναγεννάται.

Η ύπαρξη συνεπώς οικισμών στα μεσογειακά οικοσυστήματα (κυρίως στα πευκοδάση της χαμηλής ζώνης) δεν είναι θεμιτή, καθότι συνιστά ασυμβίβαστο με την οικολογική λειτουργία τους. Είναι πρόδηλο ότι η ύπαρξή τους εμποδίζει τη λειτουργία των φυσικών τούτων οικοσυστημάτων και τα υποβαθμίζει. Ο άνθρωπος εν προκειμένω δεν συνεισφέρει με τον τρόπο που λειτουργεί, αποτελώντας μάλιστα παράγοντα αποσταθεροποίησής τους, αλλά και καταστροφής τους!.. Ο σύγχρονος άνθρωπος δεν «αφαιρεί» καύσιμα από το δάσος (καυσόξυλα, ρητίνη, ξερά και κατακείμενα δένδρα κ.ά.), δεν το «καθαρίζει». Αντίθετα, το «φορτώνει» με επιπλέον εύφλεκτα υλικά που προκύπτουν από τη δραστηριότητά του σε αυτό ως οικιστής. Ο άνθρωπος αυτός, δε ημπορεί να καταστεί λειτουργός, χορηγός, δημιουργός, δεν το μπορεί γιατί είναι αποστασιοποιημένος από τα γύρα του, από τα φυσικά του κόσμου του, βρίσκεται μακριά από τη λογική της διαχείρισης της υπαίθρου που παλαιότερα εξασφάλιζε την ισορροπία και τη συνέχεια των φυσικών οικοσυστημάτων. Οι οικίες που ανεγείρονται είναι παραθεριστικές ή δεύτερης κατοικίας, και δεν είναι οπωσδήποτε οικίες του πονητή του τόπου, αλλά του εκμεταλλευτή του, ιδιοποιούμενος αυτός μέρος της φύσης.

Πρέπει στα παραπάνω να επισημανθεί και το γεγονός ότι, η δέσμευση δασών και δασικών εκτάσεων για οικιστική χρήση, καθιστά την απόλαυσή τους απαγορευτική για τον κάθε Έλληνα πολίτη, έτσι που το φυσικό αγαθό ν’ απολαμβάνεται από μερίδα μόνον «εκλεκτών». Το Σύνταγμα του ’75 διέβλεψε το συγκεκριμένο ζήτημα κι απαγόρευσε τη δόμηση των δασών και των δασικών εκτάσεων της χώρας, για να λειτουργούν ως φυσικά οικοσυστήματα, τα οποία θ’ απολαμβάνονται από κάθε Έλληνα πολίτη.

Επιπλέον, οι οικισμοί επί δασών και δασικών εκτάσεων δημιουργούν και το εξής πρόβλημα, το οποίο καταφάνηκε κατά τη μεγάλη πυρκαγιά του Αυγούστου του 2009 στην Ανατολική Αττική: αλλάζουν τον επιχειρησιακό σχεδιασμό κατά την κατάσβεση της πυρκαγιάς (εάν υπάρχει!..), αφού όλα τα μέτρα κατατείνουν στην προστασία των οικισμών, ενώ το δάσος αφίεται να καίγεται περίπου ανεξέλεγκτα. Τούτο έχει ως συνέπεια η φωτιά καλπάζοντας να φτάνει σε νέο οικισμό (ευρισκόμενο μέσα ή έξω από δάσος) ή σε κτήματα, οπότε νέα σημεία κρίσης δημιουργούνται και μεγεθύνεται έτσι το πρόβλημα. Αυτό συμβαίνει λόγω ακριβώς της εσφαλμένης αξιολόγησης της δυναμικής της φωτιάς και των τακτικών που εφαρμόζονται, κάτι που κατά μεγάλο βαθμό οφείλεται στην ύπαρξη οικισμών και οικιών μέσα στα δάση (πολλές μάλιστα από τις οποίες είναι αυθαίρετες!) Είναι χαρακτηριστικό ως προς τούτο το motto της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας, ότι “…κινδυνεύουν (ή δεν κινδυνεύουν) άνθρωποι και οικισμοί”, ώστε να δίνεται η βαρύτητα στην παράμετρο τούτη.

Κρίσιμο τέλος στοιχείο αποτελεί το γεγονός ότι οι συγκεκριμένοι οικισμοί δεν «αυτοπροστατεύονται», με την ανάπτυξη αντιπυρικών ζωνών γύρωθέν τους, με τη δημιουργία συστήματος κρουνών και σωστή διασπορά τους, με τον καθαρισμό των αυλών, των οικοπέδων και των χωραφιών, με την ανάπτυξη περιπόλων και ομάδων πυρόσβεσης κ.ά. Τούτο στρέφει την πολιτεία στην προστασία τους μ’ αποτέλεσμα να «χάνεται το δάσος».

Πηγή: ecocrete.gr (Τρίτη, 08 Σεπτέμβριος 2009)

0 comments:

Δημοσίευση σχολίου

Προσβλέπω σε έναν ευπρεπή διάλογο χωρίς κακόβουλα και υβριστικά σχόλια που προσβάλλουν την αισθητική μας αλλά κι εκείνη της ελληνικής γλώσσας. Εντούτοις, όλα τα σχόλια δημοσιεύονται!